Το δοκίμιο που ακολουθεί πραγματεύεται την κοινωνική λειτουργία μιας από τις βασικότερες ανάγκες του ανθρωπίνου οργανισμού. Το στοιχείο αυτό θα σας οδηγήσει πιθανώς να αναρωτηθείτε: Πρόκειται για το σεξ; Όχι, γιατί θεωρούμε ότι για το συγκεκριμένο θέμα γίνεται περισσότερος λόγος απ' ότι χρειάζεται και αντίστροφα, λιγότερη πρακτική άσκηση από ότι είναι γενικώς επιθυμητό.
Για το χέσιμο ίσως; Όχι, γιατί δε διαθέτουμε τα πνευματικά εφόδια για να διαγνώσουμε την κοινωνική του λειτουργία (Θα είμαστε ειλικρινώς ευγνώμονες και ευτυχείς αν οποιοσδήποτε έχει πρωτότυπες ιδέες περί τούτου αποφασίσει να μας τις διατυπώσει).
Για το κατούρημα, τότε; Όχι για τους ίδιους σε γενικές γραμμές λόγους που ισχύουν και για το χέσιμο.
Για τον ύπνο; Όχι, εφόσον διαθέτουμε μια απαξιωτική προσέγγιση για το συγκεκριμένο ζήτημα, καθώς εξαιτίας μιας ανούσιας ιδιορρυθμίας και της έλλειψης χρόνου, ο συγγραφέας αναγκάστηκε να τελειοποιήσει το κάτωθι κείμενο κατά περιόδους αϋπνίας.
Συνεπώς, δια της μεθόδου της εις άτοπον επαγωγής, δύναται κανείς να συμπεράνει ότι το θέμα που θα μας απασχολήσει είναι το φαγητό.
Αν και οποιαδήποτε απόπειρά μας να αποδείξουμε ότι τα κοινωνιολογικά μας δεδομένα είναι επαρκή θα χαρακτηριζόταν από ακραία ματαιοδοξία, αλλά και τα διεθνή νοικοκυριά, συνοψίζεται νοηματικά στις εξής πέντε λέξεις: "Τι θα φάμε, ρε παιδιά;".
Θα επιχειρήσουμε να προσδώσουμε μια ταξική διάσταση στο συγκεκριμένο ερώτημα, αναλύοντας σε τι ακριβώς συνίσταται η σημασία του για κάθε βαθμίδα της κοινωνικής πυραμίδας.
Κατ' αρχάς, για τους προλετάριους, το ερώτημα "τι θα φάμε ρε παιδιά;" αντικατοπτρίζει την ανησυχία για επιβίωση.
Ο προλετάριος, ενταγμένος στην αέναη βιοπάλη, διατυπώνοντας αυτό το ερώτημα, απορεί περισσότερο για την ύπαρξη φαγητού, παρά για την ποιότητα ή το είδος του.
Το "τι θα φάμε ρε παιδιά;" θα μπορούσε κάλλιστα να μεταφρασθεί σε "Υπάρχει τίποτε να φάμε, ρε παιδιά;"
Όσον αφορά τους μικροαστούς/μεσοαστούς, το κεντρικό ερώτημα του προβληματισμού μας αποτελεί την έκφραση μιας καθημερινής συνήθειας.
Ο Χ πολίτης, γυρίζοντας αποκαμωμένος από την εργασία στο σπίτι του το μεσημέρι, το πρώτο πράγμα που θα ρωτήσει τον/την σύντροφό της/του θα περιστρέφεται γύρω από γαστρονομικές προτιμήσεις.
Αξίζει εδώ να σημειώσουμε ότι, αντίθετα, τη βραδινή επιστροφή συνοδεύει η συζήτηση γύρω από την ικανοποίηση μιας άλλης ανάγκης, η οποία έχει ήδη αναφερθεί στην εισαγωγή (Πρόστυχα μυαλά! Εννοούμε ασφαλώς τον ύπνο.)
Παρ' όλα αυτά, οφείλουμε να υποδείξουμε σε όσους σκέφτηκαν αυτόματα το σεξ, δυο σημεία τα οποία συνδυάζουν τις δυο άνωθεν λειτουργίες (σεξ και φαγητό), συχνά με την επιπλέον παρεμβολή του ύπνου:
Αφ' ενός, θυμίζουμε εκείνο το ανέκδοτο με το διαχρονικό ήρωα Τοτό και τη βρώσιμη λάμπα (σβήσε μωρή τη λάμπα, κι έλα να τη φας).
Αφ' ετέρου, υποκλινόμαστε στον τρόπο με τον οποίο ο (επίσης διαχρονικός) Γκουσγκούνης επιτυγχάνει να εκτελέσει ταυτόχρονα και τις δυο λειτουργίες ή εκμεταλλεύεται τη μια για να περάσει στην άλλη.
Δυστυχώς, αν επεκταθούμε σε κάποιο από τα δυο αυτά θέματα, ελλοχεύει ο κίνδυνος να ξεφύγουμε από το κυρίως ζήτημα.
Σχετικά με τις γαστρονομικές ιδιαιτερότητες των μεγαλοαστών/αριστοκρατών, η ερώτηση "τι θα φάμε ρε παιδιά;" και η νοοτροπία που τη διέπει, συνιστούν την ευκαιρία για διαφοροποίηση από τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα.
Ουσιαστικά, η οικονομική ευρωστία επιτρέπει την απόλαυση εκλεκτών εδεσμάτων, όπως χαβιάρι, βατραχοπόδαρα, λεκτουραδοδάκτυλα με μέλι ή σαλαντζάκια γιαχνί (χωρίς ανθρακικό, κατά προτίμηση).
Η ερώτηση, πλήρως διατυπωμένη, θα είχε ως εξής: "Τι θα φάμε, ώστε να αποδείξουμε την ανώτερη κοινωνική μας προέλευση;"
Μυθιστορηματικό παράδειγμα: Κατά τη διάρκεια τραπεζιού, η Μιμίνα λέει αγανακτισμένη στον Μαζεστίξ: "Δεν έχω φάει ποτέ ουρά κάστορα με φραμπουάζ στο χωριό". Ο Μαζεστίξ, εκνευρισμένος, καταφεύγει στο πιο σύνηθες καταπραϋντικό: το αλκοόλ.
(Θα νομίσατε ότι ξεχάσαμε να το συμπεριλάβουμε στις βασικές απολαύσεις. Η παράλειψη πραγματοποιήθηκε σκόπιμα, εξαιτίας των ενίοτε ευχάριστων, μα συνήθως δυσάρεστων παρενεργειών που παραμονεύουν στο αλκοόλ - 1,2,3 δεν είμαστε ξενέρωτοι).
Τέλος, υπάρχει μια διαταξική κατηγορία ανθρώπων, για τους οποίους η ερώτηση "τι θα φάμε ρε παιδιά;" αποτελεί τη μοναδική ουσιώδη απορία που μπορεί να συλλάβει η (περιορισμένη) διάνοιά τους.
Ο συγγραφέας δηλώνει περήφανος που εντάσσεται στην ομάδα αυτή, σε αρχέτυπο και υπόδειγμα της οποίας έχει ήδη αναχθεί ο απόλυτος κόμικ ήρωας, Άβερελ Ντάλτον.
Το WebSloth.gr ξαναζεί
Το WebSloth ήταν ένα από τα πρώτα ελληνικά χιουμοριστικά site. Ξεκίνησε το 2000, και η τελευταία του δημοσίευση ήταν το 2003. Αξίζει να θυμηθούμε πως τότε ακόμα δεν είχαμε καν ADSL στην Ελλάδα, μπαίναμε στο ίντερνετ με dial-up.
Για μερικά χρόνια αργότερα, τα άρθρα του WebSloth, τα οποία αγάπησε σημαντικός αριθμός επισκεπτών, παρέμειναν στο εγκαταλειμμένο site. Όμως το hosting δεν ήταν δωρεάν, ούτε η ανανέωση του domain, και αναπόφευκτα κάποια στιγμή το site κατέβηκε.
Ενώ κάποια τρίτα site και blog έχουν κάνει σκόρπιες αναδημοσιεύσεις, ήταν δύσκολο για κάποιον να βρει και τις 360+ αρχικές δημοσιεύσεις.
Αυτό το project είναι μια αναβίωση του WebSloth, με το αρχικό domain, και τα αυθεντικά άρθρα των Klidge, Icegubs, και των λοιπών συντελεστών.
Όπως καταλαβαίνετε, ορισμένα από τα άρθρα δείχνουν την ηλικία τους, καθώς δημοσιεύτηκαν 15-18 χρόνια πριν, όταν το διαδίκτυο στην Ελλάδα, αλλά και η τεχνολογία γενικότερα, ήταν αρκετά διαφορετικά.
Αν δούμε πως υπάρχει ενδιαφέρον από τους αναγνώστες, θα φροντίσουμε να παράγουμε και νέα άρθρα, στο ίδιο ύφος που αγαπήσατε.